- καλπιά
- και καρπιά, η [κάλπης]κάλπικη πράξη, απάτη, δολιότητα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
καλπιά — η το να είναι κάποιος κάλπης, δολιότητα, κιβδηλία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)